Κοντολογίς, ο Ανδρέας Παπανδρέου επεδίωξε –και σε μεγάλο βαθμό κατάφερε– να δημιουργήσει μία φιλική προς το ΠΑΣΟΚ μεσαία τάξη, εσωστρεφή και εχθρική προς κάθε φιλελεύθερη και ευρωπαϊκή ιδέα. Επρόκειτο για μία τάξη που διψούσε για χρήμα, αλλά ήθελε να το αποκτήσει χωρίς κόπο και, κυρίως, όχι μέσα από μηχανισμούς της αγοράς και του οικονομικού ανταγωνισμού που συνεπάγεται η ελεύθερη οικονομία.
Έτσι, την περίοδο 1981-1985, εισρέουν στην Ελλάδα απίστευτα ποσά, δανεισμένα από ξένες τράπεζες, κυρίως ιαπωνικές, και δαπανώνται ασυστόλως στο όνομα της «καμένης γης», για να εκκολαφθεί η πασοκική εξουσία, η οποία ήταν και σαφέστατου τριτοκοσμικού χαρακτήρα. Την προαναφερόμενη περίοδο, η Ελλάδα δανείστηκε από το εξωτερικό περί τα 50 δισ. δολάρια, παράλληλα δε εισέπραξε και άλλα 26 δισ. δολάρια από κοινοτικές επιδοτήσεις. Μέσα σε μία τετραετία, δηλαδή, η χώρα είχε δεχθεί το ισόποσο ενός έτους Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ). Όσο για το δημόσιο χρέος της, από 28% του ΑΕΠ το 1980, είχε εκτιναχθεί στο 47,8% στα τέλη του 1985[2]. Είχε, δηλαδή, σχεδόν διπλασιασθεί χωρίς να γίνει στη χώρα ούτε ένα έργο!
Αντιθέτως, η κατανάλωση είχε πάει στα ύψη, με αποτέλεσμα την αλματώδη άνοδο του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών, το έλλειμμα του οποίου έφθασε να αντιπροσωπεύει το 14,5% του ΑΕΠ και να είναι το υψηλότερο κατά κεφαλήν στον κόσμο!