Κατεργάρης (κάτεργος) = κωπηλάτης σε κάτεργο.
Στη Βυζαντινή περίοδο "πλοίο κάτεργο" λεγόταν το κωπήλατο ιστιοφόρο πλοίο, με δυο ή τρεις σειρές κουπιών, για εμπορική, πειρατική ή πολεμική χρήση, σε πολλαπλές επιχειρήσεις, δηλαδή «καθ΄ όλων των έργων».
Κατεργάρης ήταν ο κωπηλάτης στο κάτεργο. Αρχικά επρόκειτο για άτομα που είτε είχαν αρνηθεί είτε είχαν διαφύγει τη στράτευση. Η ποινή αυτή αφορούσε υποχρεωτική εργασία για κάποιο χρονικό διάστημα στα παραπάνω πλοία, περίπου σαν τα σύγχρονα καταναγκαστικά έργα.
Με το πέρασμα του χρόνου τα πληρώματα των κάτεργων αποτελούνταν κυρίως από κατάδικους εγκληματίες ναύτες που φορούσαν στο πόδι το χαρακτηριστικό αλυσόδεσμο, την σιδερένια μπάλα. . Ο καθένας είχε μια συγκεκριμένη θέση στους πάγκους της γαλέρας. Όταν έπεφτε ο αέρας, αλλά το πλοίο έπρεπε να συνεχίσει την πορεία του, η εντολή που ακουγόταν ήταν: «κάθε κατεργάρης στον πάγκο του», δηλαδή κάθε κρατούμενος να καθίσει στη θέση του, στους ξύλινους πάγκους του πλοίου, και να πιάσει τα κουπιά.
Αργότερα, πρώτη η Αγγλία, μη βρίσκοντας χώρους για κατασκευή χερσαίων φυλακών, επινόησε τη χρήση των πλωτών φυλακών στα παροπλισμένα πια παλιά ιστιοφόρα για τη φύλαξη των αιχμαλώτων κατά τους πολέμους με τη Γαλλία. Την αθλιότητα της ζωής στα "πλοία κάτεργα" έχει περιγράψει και ο Βίκτωρ Ουγκό στο έργο του «Οι Άθλιοι». Ακολούθησαν το παράδειγμα και άλλες χώρες, καθώς και η Ελλάδα, όπου τελευταία πλωτή φυλακή «κάτεργο» υπήρξε το καταδρομικό ΕΛΛΗ, που είχε παροπλιστεί κατ΄ εντολή του Βασιλέως Κωνσταντίνου Β΄ ως υπέρμετρα δαπανηρό πλοίο μετατράπηκε σε κάτεργο για τον εγκλεισμό των πολιτικά αντιφρονούντων έως και το 1974 από τη Χούντα των Συνταγματαρχών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου