Την Επιτροπή Ανταγωνισμού καλεί η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, προκειμένου να εξετάσει κατά πόσο η συμπεριφορά της ΔΕΗ έναντι των πελατών της, βιομηχανικών καταναλωτών μέσης τάσης, συνιστά κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης και άρα παραβίαση των κανόνων ανταγωνισμού.
Η εξέλιξη αυτή είναι συνέχεια του σίριαλ των συνεχών προσφυγών στη ΡΑΕ σειράς βιομηχανιών και συλλογικών φορέων κατά της ΔΕΗ (Χαρτοποιία Κολλιόπουλου, Επίλεκτος, Βαρβαρέσος, Ελληνική Υφαντουργία, Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας-ΕΒΙΚΕΝ) για την άρνησή της να συμμορφωθεί σε προηγούμενες αποφάσεις και να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις για τις χρεώσεις ηλεκτρικής ενέργειας.
Με τη νέα της απόφαση η ΡΑΕ επικυρώνει δική της προηγούμενη για το ίδιο θέμα (307 της 10 Ιουλίου 2013) , με την οποία επέβαλε στη ΔΕΗ πρόστιμο 4,4 εκατομμυρίων ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής τον περασμένο Αύγουστο προσέφυγε εκ νέου η ΔΕΗ στη ΡΑΕ, ζητώντας επανεξέταση. Ωστόσο από την παράθεση των επιχειρημάτων των δύο πλευρών (βιομηχανίες-ΔΕΗ), προέκυψαν στοιχεία σύμφωνα με τα οποία η ΔΕΗ ενδέχεται να καταχράται τη δεσπόζουσα θέση της στην αγορά. Έτσι το σκεπτικό της νέας απόφασης, η ΡΑΕ παρέπεμψε στην καθ΄ύλην αρμόδια Επιτροπή Ανταγωνισμού προκειμένου να αξιολογήσει τα δεδομένα.
Συγκεκριμένα, με τις προσφυγές τους οι βιομηχανίες εγκαλούν τη ΔΕΗ επειδή από την 1η Ιανουαρίου του 2012, οπότε απελευθερώθηκαν τα τιμολόγια ηλεκτρικού στη μέση τάση, μέχρι και πρόσφατα, ασκώντας παρελκυστικές τακτικές, δεν προχώρησε σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις με τους πελάτες της για τον καθορισμό των χρεώσεων, ώστε αυτές (οι χρεώσεις) να αντικατοπτρίζουν τα εξατομικευμένα χαρακτηριστικά των πελατών της Μέσης Τάσης (καταναλωτικό προφίλ). Επίσης την εγκαλούν για καταχρηστική εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσης που κατέχει και στην αγορά προμήθειας.
Η θέση της ΔΕΗ
Η ΔΕΗ από την πλευρά της αντέτεινε ότι προχώρησε σε προσαρμογή των χρεώσεων που ανταγωνιστικού σκέλους των τιμολογίων της (τιμή ενέργειας) στο κόστος παραγωγής, το οποίο όπως αναφέρει «καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να το περιορίσει». Στο αίτημα των βιομηχανιών για εξατομικευμένες χρεώσεις, η απάντηση της ΔΕΗ ήταν ότι για να ισχύσει κάτι τέτοιο, θα έπρεπε κάθε βιομηχανία με αξιόλογη κατανάλωση, να της «υποβάλει δεσμευτική ετήσια καμπύλη φορτίου και επιθυμητές ζώνες τιμολόγησης».
Σε κάθε περίπτωση δε, η ΔΕΗ δηλώνει ότι «δεν μπορεί να παρακάμψει τα κοστολογικά της δεδομένα. Το μόνο που μπορεί να περιορίσει η ΔΕΗ είναι το περιθώριο κέρδους της, όχι όμως την ανάκτηση του συνολικού της κόστους». Επικαλείται δε πάγια νομολογία του ΣτΕ , όπως και διατάξεις του ευρωπαϊκού δικαίου, που απαγορεύουν την πώληση προϊόντων κάτω του κόστους.
Το πιο ενδιαφέρον πάντως από τα επιχειρήματα της ΔΕΗ, αφορά την ισχύ των κανονιστικών διατάξεων που εκδίδει η ΡΑΕ όπως ο Κώδικας Προμήθειας, ο οποίος σύμφωνα με τα επιχειρήματα της ΔΕΗ, δεν μπορεί να αναιρέσει συμβατικό κεκτημένο δικαίωμα, το οποίο προστατεύεται από το Σύνταγμα, όσο και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Η αντίδραση της ΡΑΕ
Η ΡΑΕ από την πλευρά της έκρινε ότι η συμπεριφορά της ΔΕΗ και η απουσία διαπραγμάτευσης, η μονομερής εκ μέρους της τροποποίηση των όρων προμήθειας χωρίς καμία απολύτως διαπραγμάτευση με τους πελάτες της, παρά τις σαφείς προβλέψεις προηγούμενης απόφασης της ΡΑΕ, και των προθεσμιών που της έθεσε η Ρυθμιστική Αρχή, συνιστά παραβίαση κανόνων.
Επιπλέον τονίζει, και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, ότι η ΔΕΗ με αυτές τις πρακτικές (ενιαία τιμολόγηση όλων των πελατών της ανεξαρτήτων καταναλωτικού προφίλ κλπ) «είναι, εκτός από παράνομη, προβληματική, ακόμα και για την ίδια την επιχείρηση». Τα παραπάνω αιτιολογεί σημειώνοντας ότι η εξυπηρέτηση πελατών που δίνουν μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους, «αφήνοντας» σε άλλους προμηθευτές να προμηθεύσουν τους μη επιθυμητούς πελάτες, και δη υπό συνθήκες όπου είναι απολύτως προφανές ότι ουδείς εναλλακτικός προμηθευτής είναι σε θέση να ανταγωνιστεί τη ΔΕΗ - λόγω του μίγματος καυσίμου που προνομιακά η ίδια και μόνον κατέχει – είναι τελικά, σε μακροχρόνια βάση, επιχειρηματικά επιζήμια και για την ίδια τη ΔΕΗ.
Συνεπώς, στην εν λόγω εμπορική ρυθμιστική αλυσίδα, η συμπεριφορά της ΔΕΗ οδηγεί πιθανότατα σε σπατάλη ενέργειας, και εν τέλει στην αντιοικονομική και δαπανηρή χρήση των σχετικών υποδομών της καθετοποιημένης ΔΕΗ (σταθμών παραγωγής, δικτύων, κ.ά.), εις βάρος βέβαια και της εθνικής οικονομίας και του Έλληνα καταναλωτή, που καλείται καταληκτικά να πληρώσει τις ενεργειακά ανορθολογικές πρακτικές του δεσπόζοντα προμηθευτή».
Καταληκτικά, η ΡΑΕ έκρινε ότι η ΔΕΗ «συστηματικά και εξακολουθητικά αρνήθηκε να συμμορφωθεί με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, όπως προκύπτει από τις σχετικές καταγγελίες και τις εξώδικες επιστολές πληθώρας πελατών της στη ΜΤ, ενώ αγνόησε και την Απόφαση ΡΑΕ 895/1.11.2012» με την τελευταία, της επιβλήθηκαν ρυθμιστικά μέτρα, όπως να υποβάλει κατάλληλες τιμολογιακές προτάσεις, με σαφείς αναφορές και αναλύσεις στο υφιστάμενο ρυθμιστικό πλαίσιο, από το οποίο απορρέουν οι σχετικές υποχρεώσεις της.
Έτσι η ΡΑΕ διατηρεί σε ισχύ το πρόστιμο των 4,4 εκατομμυρίων ευρώ που της επέβαλε με προηγούμενη απόφασή της, ενώ κοινοποιεί την απόφαση στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, προκειμένου να αξιολογηθεί η συμπεριφορά της ΔΕΗ υπό το πρίσμα των άρθρων 2 του ν. 3959/2011 (Καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης) και 102 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ.
(Μ. Καϊταντζίδης, Euro2day, 13/12/2013)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου