Του Γιώργου Φιντικάκη
Ταμπού αριστερό δεν έχει μείνει όρθιο επί διακυβέρνησης Τσίπρα, που να μην έχει σπάσει. Τώρα έρχεται η σειρά της ΔΕΗ, το άβατο των κρατικών επιχειρήσεων, όπου η μείωση του αριθμού εργαζομένων ήταν κάτι το αδιανόητο στην πρώιμη συριζαική πολιτική ανάλυση.
Το… γυμνό καλώδιο της ΔΕΗ βρίσκεται στα χέρια της κυβέρνησης, και συνεπάγεται περικοπή προσωπικού, εξέλιξη απολύτως αναμενόμενη. Το μαχαίρι 50% που βάζει τα επόμενα χρόνια το μνημόνιο στο μερίδιό αγοράς της, άρα και στον τζίρο της, δεν μπορεί να συντηρήσει στο σύντομο μέλλον το σημερινό αριθμό των 10.600 υπαλλήλων (συν 6.400 στον ΔΕΔΔΗΕ).
Στην πραγματικότητα όμως η συζήτηση που άνοιξε για πρώτη φορά χθες, και επίσημα, ο πρόεδρος της ΔΕΗ Μ. Παναγιωτάκης, αντανακλά τα πολλαπλά αδιέξοδα της κυβερνητικής πολιτικής στην επιχείρηση.
Εχοντας απέναντί της ένα ανταγωνισμό που oλοένα φουντώνει, και ευρισκόμενη η ίδια σε δεινή οικονομική κατάσταση, η ΔΕΗ καλείται αφενός να βρει έσοδα πουλώντας μονάδες, για τις οποίες ωστόσο το ενδιαφέρον είναι αβέβαιο - με ό,τι αυτό σημαίνει για το προσδοκώμενο τίμημα.
Αφετέρου, επειδή ο μέσος όρος ηλικίας των εργαζομένων υπερβαίνει τα 50 χρόνια - απόρροια του μνημονιακού κανόνα (2010) 1 προς 4, δηλαδή μία πρόσληψη για κάθε τέσσερις αποχωρήσεις - η ανάγκη για νέο εξειδικευμένο προσωπικό, είναι άμεση. Αλλά ούτε τα χρήματα υπάρχουν, ούτε είναι σαφές αν θα πάρει την έγκριση του υπερ-Ταμείου, το οποίο είναι το νέο της αφεντικό. Επομένως, πρέπει να προβεί άμεσα σε κινήσεις μείωσης προσωπικού, όπως εθελουσίες εξόδους για όσους έχουν ώριμα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, ώστε με την εξοικονόμηση που θα προκύψει στα μισθολογικά, να χρηματοδοτήσει προσλήψεις, στον αριθμό και στο βαθμό που θα της επιτραπούν.
Τα οξύμωρα
Και κάπου εδώ αρχίζουν τα οξύμωρα. Σε μια τόσο προβληματική επιχείρηση, η οποία θέλει να ανανεωθεί με «φρέσκο» νεαρής ηλικίας προσωπικό, θα πρέπει να απορροφηθούν όσοι εργαζόμενοι περισσέψουν από τους άνω των 1.100 απασχολουμένων (1.500 κατά τον κ. Παναγιωτάκη) στον προς πώληση σταθμό της Μεγαλόπολης Αρκαδίας.
Στην πραγματικότητα η ΔΕΗ βρίσκεται μονίμως σε ένα αδιέξοδο, όπου προσπαθεί να τετραγωνίσει τον κύκλο. Και να μειώσει τα κόστη μισθοδοσίας, αλλά και να απορροφήσει προσωπικό από μονάδες που πουλάει. Και να μικρύνει σε τζίρο, μερίδια, και μονάδες, αλλά και να παραμείνει ανταγωνιστική και πυλώνας του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας. Και να βρει χρήματα για να φέρει νέο αίμα στην επιχείρηση, αλλά και να πετύχει γρήγορα έσοδα από τη στροφή σε νέες δραστηριότητες (ΑΠΕ, παροχή υπηρεσιών συντήρησης αεριοστροβίλων, έξοδο στη ΝΑ Ευρώπη, κλπ), τα οποία όμως δεν θα έρθουν αύριο.
Οταν επισημάνθηκε στον κ. Παναγιωτάκη πόσο αντιφατικό είναι μια τόσο προβληματική επιχείρηση σαν τη ΔΕΗ, να φορτωθεί με επιπλέον προσωπικό μεγαλύτερης ηλικίας (το νεαρότερο θα περάσει μαζί με τις μονάδες στους νέους αγοραστές), ο ίδιος παραδέχτηκε ότι "είναι κάτι που πρέπει να το δει η επιχείρηση, και θα το δει".
Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο κύβος έχει ριφθεί. Το αβέβαιο είναι πόσα απ’ όλα τα παραπάνω θα υλοποιηθούν, τι αποτέλεσμα θα έχουν και πότε, και πως θα μοιάζει η ΔΕΗ του αύριο. Εντελώς αβέβαιο είναι επίσης αν η επιχείρηση θα καταφέρει να πουλήσει και σε ικανοποιητικό τίμημα τις λιγνιτικές της μονάδες.
Ψηλός ο πήχης
Επιχειρώντας να δώσει μια τάξη μεγέθους, ο κ. Παναγιωτάκης ανέφερε ότι η αναπόσβεστη αξία της Μεγαλόπολης και της Μελίτης ανέρχεται στο 1 δισ. ευρώ. Και όταν ρωτήθηκε αν αναφέρει το νούμερο τυχαία ή πράγματι προσδοκά κάτι τέτοιο, απάντησε, μεταξύ σοβαρού και αστείου πως «το 1 δισ. ευρώ θα είναι όνειρο…». Οταν όμως το κόστος παραγωγής για ένα λιγνιτικό εργοστάσιο της ΔΕΗ υπολογίζεται σε 50-60 ευρώ η μεγαβατώρα, αλλά το 2030 αναμένεται να έχει εκτιναχθεί κοντά στα 100 ευρώ λόγω εκτίναξης των CO2, και όταν ακριβώς γι’ αυτό το λόγο απουσιάζει το ενδιαφέρον των εγχώριων παικτών και όλων των δυτικοευρωπαίων για τους λιγνίτες, τέτοιες προσδοκίες είναι μάλλον ανεδαφικές.
Και αν έχουν έτσι τα πράγματα, δηλαδή η αγορά λιγνιτικών σταθμών δεν συμφέρει κανέναν παρά μόνο εάν το τίμημα είναι χαμηλό, ποιό Δ.Σ. της ΔΕΗ, και κυρίως ποιές τράπεζες, οι οποίες έχουν θέσει την επιχείρηση σε ένα είδος επιτροπείας, θα το δεχθούν;
Ειδικά, οι τελευταίες, ακριβώς επειδή η πώληση θα μειώσει την περιουσιακή βάση της ΔΕΗ, βάσει της οποίας και την έχουν δανειδοτήσει, ανάλογα με το ύψος των τιμημάτων για τις μονάδες, πιθανότατα θα εγείρουν νέο ζήτημα χρηματοδοτήσεων.
Το παιχνίδι βιωσιμότητας της ΔΕΗ δεν έχει κερδηθεί. Τα πάντα θα κριθούν από τους διαγωνισμούς πώλησης των μονάδων της, τη μείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών της (τουλάχιστον 2,3 δισ. ευρώ), το μετασχηματισμό της σε επίπεδο προσωπικού, και τη δυνατότητα της να ανταποκριθεί στις λήξεις δανειακών υποχρεώσεων ύψους 2,2 δισ. ευρώ που έχει μπροστά της, για τη διετία 2018-2019.
Εως τότε θα δούμε την κυβέρνηση Τσίπρα να σπάει ένα ακόμη αριστερό «ταμπού», τη μείωση προσωπικού της ΔΕΗ, που ασφαλώς και θα έχει επιπτώσεις, καθώς ακόμη και μικρότερη, η επιχείρηση θα συνεχίσει να αποτελεί μια πανίσχυρη εκλογική δεξαμενή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου